Στιβαγμένα ανθρωπάκια

Θλιβερό πολύ
να μη μπορεί κανείς
να μείνει μόνος.

να μη μπορεί
την παρέα του εαυτού του
να αντέξει.
να πρέπει πάντοτε
την κενότητά του
με ανθρώπους να γεμίζει.

απομυζόν συναίσθημα
που σε ταλαιπωρεί
σχεδόν εξευτελιστικό.



Και σα να μη συμβαίνει πραγματικά
σαν μη δικό σου να ναι
συ το τρέφεις
το κρατάς κοντά σου, φοβούμενος ότι
...
κάτι.

απροσδιόριστο,ριζωμένο, ηλίθιο.

με αυτό το κάτι
ξυπνάς
και κοιμάσαι
ένα βάρος
στο στήθος
κουβαλάς
και γιατί δεν ξέρεις.
και πώς αναρωτιέσαι
και πολύ φοβάσαι.

μα δεν τολμάς
το βάρος σου
στα μάτια να κοιτάξεις
και των ποδιών σου τη δύναμη να εμπιστευτείς.

Καταλήγεις
ένα βράδυ να πρακαλάς
ξεσπάς
σε κλάματα
νιώθεις
αδικημένος
και ανόητος
και κυρίως

κενός


Στέκεσαι λοιπόν
μόνον τις φορές
που άλλοι σε στέκουν
και το κορμί σου είναι όρθιο
μόνον γιατί άλλα
ανθρωπάκια μικρά στιβαγμένα
μέσα σου
όρθιο σε κρατούν

και άπαξ και γκρεμιστούν
σαν τραυματίες πολέμου
τις κοιλότητές σου με αίμα γεμίζουν
και κάτι σάπιο στην ατμόσφαιρα μυρίζει.






μια προσευχή θα κάνω
τα μάτια στον ουρανό θα στρέψω
και Σε παρακαλώ, θα πω
τη μοναξιά μου
με την παρουσία Σου, γέμισε
τίποτε άλλο δεν θα χρειάζομαι
αν το καλό μέσα μου βρω.

Comments

Popular Posts