Φευγιό

Μου φωνάζει πώς άλλο δεν μπορεί, πως πρέπει να φύγει.
Ανοίγει την πόρτα και εξαφανίζεται.

Μένω πίσω.

Και, σαν από άλλο κόσμο, από ζωή σβησμένη

ένας μεγάλος πόνος γυρνά να με κοιτάξει
και το φευγιό του
κάτι μου θυμίζει.

Με κομμένη την ανάσα κοιτάζω προς τη μεριά 
που πριν λίγο στεκόταν.
Κι έπειτα, σαν χείμαρρος,
σαν ασυγκράτητη φωτιά
αρχίζει μέσα μου κάτι,
που ονομάζω καταστροφή.

Δεν τρώω, δεν κοιμάμαι

τη λύπη μου ξερνάω κάθε λίγο.
Να με παρηγορήσει τίποτα δεν μπορεί

και όλα μοιάζουν τελειωμένα.

Το πρόσωπό μου απισχνασμένο
το βασανό μου
κάτι παραπάνω από αβάσταχτο.
χωρίς να καταλαβαίνω το τί και το πώς.



Μέσα στα δάκρυα που με πνίγουν

κι έτσι στραμμένη προς το εγώ μου
σαν κάτι μέσα να διακρίνω
κάτι θολό, από άλλη εποχή φερμένο

και ξαφνικά είμαι τριών

σε ένα δωμάτιο, τόσο ασφυκτικό από παιχνίδια
που δύσκολα με ξεχωρίζει κανείς
ανάμεσα στην πάπια και το κουνέλι.

βλέπω να κρατώ το πρόσωπο στα μικρά χεράκια
νιώθω την καρδιά μου να ουρλιάζει

σαν πληγωμένο γατί
και είμαι μόνη



Ποιός ξέρει για πόσο καιρό μόνη με έχεις αφήσει.
Ποιός ξέρει πάλι για πόσο καιρό θα λείπεις.







Comments

Popular Posts